-
1 техника
1. (совокупность средств) о εξοπλισμόςτα μέσαη τεχνική2. (методика, приём) η τεχνικ/ήвакуумная - η τεχνολογία δημιουργίας, συντήρησης και μέτρησης του κενού3. (вычислительная) οι υπολογιστές και τα προγράμματα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > техника
-
2 режим
-а α.1. καθεστώς•царский режим τσαρικό καθεστώς•
монархический режим μοναρχικό καθεστώς•
полицейский режим αστυνομικό καθεστώς.
|| εσωτερικός κανονισμός• καθιερωμένη σειρά, τάξη•режим дня το καθεστώς της μέρας•
школьный режим σχολικός κανονισμός.
2. σύστημα κανόνων, μέτρων κλπ.)• режим питания κανονισμός διατροφής-δίαιτα•режим безопасности καθεστώς (μέτρα) ασφάλειας.
εκφρ.режим экономики – σύστημα οικονομίας•режим резания – (τεχ.) σύστημα κοπής σε τόρνο. -
3 безопасность
безопасн||остьж ἡ ἀσφάλεια, τό ἀκίνδυνο[ν]:Комитет государственной безопасности ἡ Επιτροπή Κρατικής 'Ασφαλείας; Совет Безопасности ООН τό Συμβού-λιο[ν] 'Ασφαλείας τοῦ ΟΗΕ; техника \безопасностьости μέτρα προστασίας ἀπό ἀτυχήματα ἐργασίας.